“Il faut que je recommencer autrement”: avatars de l’épanorthose dans La Caisse d’Aris Alexandrou”.
(Πρέπει να αρχίσω διαφορετικά : η απεικόνιση της επανόρθωσης στο κιβώτιο του Άρη Αλεξάνδρου)
Τρίτη 19 Μαρτίου 2024 στις 6.30μμ, πανεπιστημιούπολη Carlone (Salle du Conseil).
Η Επανόρθωση συνίσταται στο να επιστρέφει κανείς στα ίδια του τα λόγια προκειμένου να τα διορθώσει. Στη διάλεξη αυτή θα αξιολογήσουμε την αναφορική και υφολογική της απόδοση στο μυθιστόρημα του Άρη Αλεξάνδρου La Caisse (Το Κιβώτιο, 1974). Όπως θα αποδειχθεί, ο Αλεξάνδρου χρησιμοποιεί αριστοτεχνικά την επανόρθωση σε όλη τη διάρκεια της αφήγησής του για να αποδημήσει τον πολιτικό λόγο των Ελλήνων κομμουνιστών “εκ των έσω”, αλλά και για να οδηγήσει τον αναγνώστη να οικειοποιηθεί την κατεξοχήν τραυματική ιστορική εμπειρία που καταδιώκει τον πρωταγωνιστή του La Caisse.
1 Καθηγητής πανεπιστημίου στη σημειωτική του κειμένου και της εικόνας, διευθυντής του τμήματος Lettres Modernes στο Université Côte d’Azur.
Ο Άρης Αλεξάνδρου ήταν έλληνας ποιητής, μεταφραστής και πεζογράφος, γεννημένος στη Σοβιετική Ρωσία. Κατέχει περίοπτη θέση στα ελληνικά γράμματα με το μυθιστόρημά του «Το Κιβώτιο», που κατά πολλούς είναι το κορυφαίο μυθιστόρημα της ελληνικής λογοτεχνίας, την ποίησή του και το μεταφραστικό του έργο. Ολόκληρο το έργο του υπηρετεί «την αίρεση μιας μοναχικής αξιοπρέπειας, που απορρίπτει τελεσίδικα κάθε μορφή πνευματικής κηδεμονίας», όπως σημειώνει ο Δημήτρης Μαρωνίτης.
Ο Αριστοτέλης Βασιλειάδης, όπως ήταν το πραγματικό του όνομα, γεννήθηκε στις 24 Νοεμβρίου 1922 στην Αγία Πετρούπολη, από έλληνα πατέρα, τον Πόντιο Βασίλη Βασιλειάδη και ρωσίδα μητέρα, την Πολίνα Βίλγκελμσον, εσθονικής καταγωγής. Το 1928 η οικογένεια Βασιλειάδη εγκαταστάθηκε στην Ελλάδα, αρχικά στη Θεσσαλονίκη και από το 1930 στην Αθήνα.
Τα ψευδώνυμα
Στα Δεκεμβριανά του 1944 συνελήφθη για πρώτη φορά ως κομμουνιστής και εκτοπίστηκε από τους Άγγλους στο στρατόπεδο Ελ Ντάμπα της Αιγύπτου. Τα επόμενα 15 χρόνια θα γνωρίσει αλλεπάλληλες εκτοπίσεις για τα πολιτικά του φρονήματα (Λήμνος, Μακρόνησος, Άγιος Ευστράτιος, Αίγινα, Γυάρος). Οι εμπειρίες του αυτές θα εκφραστούν με ένταση και αμεσότητα στο προσωπικό του έργο.
Αυτοεξορία στο Παρίσι
Μετά την κήρυξη της δικτατορίας του 1967, αυτοεξορίστηκε στο Παρίσι, όπου μετήλθε διάφορα επαγγέλματα για τα προς το ζην. Στη γαλλική πρωτεύουσα θα ζήσει για το υπόλοιπο της ζωής του με τη σύζυγό του, την ποιήτρια Καίτη Δρόσου. Το βιολογικό του τέλος θα επισυμβεί στις 2 Ιουλίου 1978.
«Ακόμα τούτη η άνοιξη». Θα ακολουθήσουν οι ποιητικές συλλογές «Άγονος Γραμμή» (1952) και «Ευθύτης Οδών» (1959), καθώς και συγκεντρωτικές εκδόσεις των ποιημάτων του.
Ο ρεαλιστικός χαρακτήρας της ποίησής του τονίζεται από μία πικρή γεύση διάψευσης των ελπίδων, κοινό γνώρισμα στους ποιητές της πρώτης μεταπολεμικής γενιάς που ανδρώθηκαν και δοκιμάστηκαν στα χρόνια της κατοχής και του εμφυλίου πολέμου. Ευδιάκριτη είναι στους στίχους του, κυρίως στην τελευταία συλλογή, μία διαβρωτική ειρωνεία που κορυφώνεται σε τόνους σαρκασμού για όλα τα γνωστά κοινωνικά συστήματα και που δηλώνει τη σταδιακή απομάκρυνσή του από τον κομματικό δογματισμό.
«Το Κιβώτιο»
Η διαδικασία αυτή θα καταλήξει στο μυθιστόρημα «Το Κιβώτιο» (1975), που θεωρήθηκε από την κριτική ένα από τα κορυφαία μυθιστορήματα της ελληνικής λογοτεχνίας. Στα τέλη του ελληνικού εμφυλίου πολέμου, μια ομάδα ανταρτών αναλαμβάνει ύστερα από σχετική εντολή του Γενικού Αρχηγείου να μεταφέρει, περνώντας μέσα από εχθρικό έδαφος, ένα κιβώτιο αγνώστου περιεχομένου, με παραλήπτες τη διοίκηση μιας ανταρτοκρατούμενης πόλης.
Υποδειγματικές θεωρούνται οι μεταφράσεις του, τόσο των κλασικών και νεότερων ρώσων συγγραφέων (Φιοντόρ Ντοστογιέφσκι, Λέων Τολστόι, Άντον Τσέχοφ, Άννα Αχμάτοβα, Ίλια Έρενμπουργκ κ.ά.), όσο και των Γάλλων, Αμερικανών και Άγγλων συγγραφέων (Λουί Αραγκόν, Ντέιβιντ Λόρενς, Ευγένιος Ο’ Νιλ κ.ά.).