Ελληνική κοινότητα των παραλίων Άλπεων

Αγριοκάτσικο στο κοκκινο βιβλίο των απειλούμενων ζώων της Ελλάδος

Σύμφωνα με το κόκκινο βιβλίο απειλούμενων ζώων το ελληνικό αγριοκάτσικο που ζει στη Κρήτη και σε άλλες περιοχές της Ελλάδας έχει ανάγκη ειδικής προστασίας ως απειλούμενο είδος.

Μέχρι πρόσφατα αναγνωρίζονταν τέσσερα υποείδη του Capra aegagrus, τρία στην Ασία και το υποείδος της Κρήτης Capra aegagrus cretica Schinz, 1838 (Pedrotti and Lovari 1999). Ωστόσο, σύμφωνα με νεότερα δεδομένα (Masseti and Trantalidou 2002, Masseti 2009), αναγνωρίζονται δύο ακόμη υποείδη: το πρώτο από την Αντίμηλο των Κυκλάδων και έχει χαρακτηριστεί ως υποείδος C. a. pictus Erhard, 1858 και το δεύτερο από τα Γιούρα των Β. Σποράδων και έχει χαρακτηριστεί ως υποείδος C. a. dorcas Reichenow, 1888 (Schultze-Westrum 1963, Ciani and Masseti 1991, Sfougaris 1994, 1995, Masseti and Trantalidou 2002, Masseti 2009), τα οποία έχουν υποστεί σε διάφορο βαθμό υβριδισμό με ήμερα κατσίκια.
Οι Horwitz and Bar-Gal (2006) με βάση γενετική μελέτη θεωρούν ότι ο κρητικός αίγαγρος εισήχθη από την Ασία στην Κρήτη σε άγρια μορφή και στη συνέχεια ήρθε σε επαφή με ήμερα κατσίκια. Ωστόσο, διατηρεί σε μεγάλο βαθμό τα άγρια χαρακτηριστικά των συγγενικών του ειδών της Ασίας. Με αυτή την έννοια αποτελεί μοναδική μορφή αιγάγρου στην Ευρώπη, λόγο για τον οποίο χρήζει διατήρησης κατά προτεραιότητα.
Εξάπλωση:
Α) Αίγαγρος της Κρήτης:

Κρητικός αίγαγρος:

Επιστημονικό όνομα: Capra aegagrus cretica Shinz, 1838 Ελληνικό κοινό όνομα: Κρητικός Αίγαγρος, Αγρίμι, Κρητικό αγριοκάτσικο
Το είδος Capra aegagrus εξαπλώνεται στην Ελλάδα, την Α. και Ν. Τουρκία, Α. Καύκασο, Μέση Ανατολή, Ν. Τουρκμενιστάν, Αφγανιστάν και Ν.-Δ. Πακιστάν. Έχει εισαχθεί στις Η.Π.Α. (Νέο Μεξικό, Καλιφόρνια) και την Τσεχία (Shackleton 1997, Pedrotti and Lovari 1999).
Ο φυσικός πληθυσμός του Κρητικού αιγάγρου (Capra aegagrus cretica) βρίσκεται στα Λευκά Όρη της Δ. Κρήτης, ενώ από εκεί έχει εισαχθεί στη νησίδα Θεοδωρού των Χανίων (Papageorgiou 1972, 1974, Husband and Davis 1984). Επίσης έχει εισαχθεί από τη Θεοδωρού στα νησιά Δίας και Άγιοι Πάντες και σχετικά πρόσφατα στο νησί Σαπιέντζα Μεσσηνίας και από τους Άγιους Πάντες στο Αταλαντονήσι Φθιώτιδας (Sfougaris 1994, 1995, Sfougaris et al. 1996).

Β) Αίγαγρος της Αντιμήλου: Επιστημονικό όνομα: Capra aegagrus pictus Erhard, 1858
Ελληνικό κοινό όνομα: Αίγαγρος της Αντιμήλου

Αίγαγρος της Αντιμήλου

Στην Αντίμηλο των Κυκλάδων, ΒΔ της Μήλου, επιβιώνει ένας πληθυσμός αιγάγρου, ο οποίος χαρακτηρίζεται ως υποείδος (Capra aegagrus pictus) (Schultze-Westrum 1963, Sfougaris 1990, 1994, 1995) και έχει προέλευση από την νεολιθική εποχή (Masseti 2009). Ο πληθυσμός αυτός, που δεν ξεπερνάει τα 300 άτομα, επιβιώνει μέχρι σήμερα χωρίς συμπληρωματική τροφή και φαίνεται ότι έχει υποστεί σε κάποιο βαθμό υβριδισμό με ήμερα κατσίκια.

Γ) Αίγαγρος των Γιούρων:

Αίγαγρος των Γιούρων:

Επιστημονικό όνομα: Capra aegagrus dorcas Reichenow, 1888 Ελληνικό κοινό όνομα: Αίγαγρος των Γιούρων
Σύμφωνα με τους Masseti and Trantalidou (2002) και Masseti (2009) με βάση υπολείμματα αιγάγρων που βρέθηκαν στα Γιούρα των Β. Σποράδων αποδείχθηκε ότι η περίπτωση αποτελεί μια από τις αρχαιότερες εισαγωγές του είδους στα νησιά του Β. Αιγαίου. Επίσης, η μορφή των αιγάγρων που ζουν σήμερα στα Γιούρα είναι αρκετά όμοια με εκείνη των αιγάγρων που ζούσαν στο νησί τη νεολιθική εποχή και θεωρείται ότι ανήκουν στο υποείδος Capra aegagrus dorcas. Ο σημερινός πληθυσμός εκτιμάται ότι δεν ξεπερνάει τα 200 άτομα.

Ένας άλλος υβριδογενής πληθυσμός που υπήρχε στη Σαμοθράκη έχει εξαφανιστεί (Sfougaris 1990, 1994, 1995). Θεωρείται ότι ανήκε στο υποείδος Capra aegagrus pictus (Masseti 2009).

Χάρτης εξάπλωσης

Χάρτης εξάπλωσης

Γεωγραφική εξάπλωση:

Ο φυσικός πληθυσμός του Κρητικού αιγάγρου (Capra aegagrus cretica Schinz, 1838)

Κρητικός αίγαγρος

εξαπλώνεται στα Λευκά Όρη της Δ. Κρήτης σε μια έκταση 15.000 Ha, ενώ από εκεί έχει εισαχθεί στη νησίδα Θεοδωρού των Χανίων (68 Ha). Από τη Θεοδωρού εισήχθη στα νησιά Μονή (160 Ha) κοντά στην Αίγινα, Δίας (1.250 Ha) κοντά στο Ηράκλειο, Άγιοι Πάντες (30 Ηa) κοντά στον Αγ. Νικόλαο Κρήτης και σχετικά πρόσφατα στη Σαπιέντζα Μεσσηνίας (850 Ha). Από τους Άγ. Πάντες εισήχθη σχετικά πρόσφατα στο Αταλαντονήσι Φθιώτιδας (180 Ha). Τέλος, έχει εισαχθεί και στον Εθνικό Δρυμό Πάρνηθας. Εκτός από τον αρχικό πληθυσμό των Λευκών Ορέων, σημαντικοί θεωρούνται οι πληθυσμοί της Θεοδωρούς και της Σαπιέντζας (Sfougaris 1994, 1995). Επειδή στο νησί Δίας δημιουργήθηκαν υβρίδια με ήμερα κατσίκια, γίνεται προσπάθεια απομάκρυνσης όλου του πληθυσμού (παραμένουν σήμερα 4-5 ζώα), με σκοπό τη μελλοντική εισαγωγή καθαρόαιμων ατόμων.
Το υποείδος C. a. pictus Erhard, 1858 ζει στην Αντίμηλο των Κυκλάδων, έκτασης 1.000 Ηa και το υποείδος C. a. dorcas Reichenow, 1888 στα Γιούρα των Β. Σποράδων, έκτασης 1.200 Ηa. ότι ανήκουν στο υποείδος Capra aegagrus dorcas. Ο σημερινός πληθυσμός εκτιμάται ότι δεν ξεπερνάει τα 200 άτομα.
Ένας άλλος υβριδογενής πληθυσμός που υπήρχε στη Σαμοθράκη έχει εξαφανιστεί (Sfougaris 1990, 1994, 1995). Θεωρείται ότι ανήκε στο υποείδος Capra aegagrus pictus (Masseti 2009).

Β) Αίγαγρος της Αντιμήλου: Επιστημονικό όνομα: Capra aegagrus pictus Erhard, 1858
Ελληνικό κοινό όνομα: Αίγαγρος της Αντιμήλου Στην Αντίμηλο των Κυκλάδων, ΒΔ της Μήλου, επιβιώνει ένας πληθυσμός αιγάγρου, ο οποίος χαρακτηρίζεται ως υποείδος (Capra aegagrus pictus) (Schultze-Westrum 1963, Sfougaris 1990, 1994, 1995) και έχει προέλευση από την νεολιθική εποχή (Masseti 2009). Ο πληθυσμός αυτός, που δεν ξεπερνάει τα 300 άτομα, επιβιώνει μέχρι σήμερα χωρίς συμπληρωματική τροφή και φαίνεται ότι έχει υποστεί σε κάποιο βαθμό υβριδισμό με ήμερα κατσίκια.

Γ) Αίγαγρος των Γιούρων: Επιστημονικό όνομα: Capra aegagrus dorcas Reichenow, 1888 Ελληνικό κοινό όνομα: Αίγαγρος των Γιούρων

Αίγαγρος των Γιούρων

Σύμφωνα με τους Masseti and Trantalidou (2002) και Masseti (2009) με βάση υπολείμματα αιγάγρων που βρέθηκαν στα Γιούρα των Β. Σποράδων αποδείχθηκε ότι η περίπτωση αποτελεί μια από τις αρχαιότερες εισαγωγές του είδους στα νησιά του Β. Αιγαίου. Επίσης, η μορφή των αιγάγρων που ζουν σήμερα στα Γιούρα είναι αρκετά όμοια με εκείνη των αιγάγρων που ζούσαν στο νησί τη νεολιθική εποχή και θεωρείται ότι ανήκουν στο υποείδος Capra aegagrus dorcas. Ο σημερινός πληθυσμός εκτιμάται ότι δεν ξεπερνάει τα 200 άτομα.
Ένας άλλος υβριδογενής πληθυσμός που υπήρχε στη Σαμοθράκη έχει εξαφανιστεί (Sfougaris 1990, 1994, 1995). Θεωρείται ότι ανήκε στο υποείδος Capra aegagrus pictus (Masseti 2009).

Οι Horwitz and Bar-Gal (2006) με βάση γενετική μελέτη θεωρούν ότι ο κρητικός αίγαγρος εισήχθη από την Ασία στην Κρήτη σε άγρια μορφή και στη συνέχεια ήρθε σε επαφή με ήμερα κατσίκια. Ωστόσο, διατηρεί σε μεγάλο βαθμό τα άγρια χαρακτηριστικά των συγγενικών του ειδών της Ασίας. Με αυτή την έννοια αποτελεί μοναδική μορφή αιγάγρου στην Ευρώπη, λόγο για τον οποίο χρήζει διατήρησης κατά προτεραιότητα.

Γεωγραφική εξάπλωση:
Ο φυσικός πληθυσμός του Κρητικού αιγάγρου (Capra aegagrus cretica Schinz, 1838) εξαπλώνεται στα Λευκά Όρη της Δ. Κρήτης σε μια έκταση 15.000 Ha, ενώ από εκεί έχει εισαχθεί στη νησίδα Θεοδωρού των Χανίων (68 Ha). Από τη Θεοδωρού εισήχθη στα νησιά Μονή (160 Ha) κοντά στην Αίγινα, Δίας (1.250 Ha) κοντά στο Ηράκλειο, Άγιοι Πάντες (30 Ηa) κοντά στον Αγ. Νικόλαο Κρήτης και σχετικά πρόσφατα στη Σαπιέντζα Μεσσηνίας (850 Ha). Από τους Άγ. Πάντες εισήχθη σχετικά πρόσφατα στο Αταλαντονήσι Φθιώτιδας (180 Ha). Τέλος, έχει εισαχθεί και στον Εθνικό Δρυμό Πάρνηθας. Εκτός από τον αρχικό πληθυσμό των Λευκών Ορέων, σημαντικοί θεωρούνται οι πληθυσμοί της Θεοδωρούς και της Σαπιέντζας (Sfougaris 1994, 1995). Επειδή στο νησί Δίας δημιουργήθηκαν υβρίδια με ήμερα κατσίκια, γίνεται προσπάθεια απομάκρυνσης όλου του πληθυσμού (παραμένουν σήμερα 4-5 ζώα), με σκοπό τη μελλοντική εισαγωγή καθαρόαιμων ατόμων.
Το υποείδος C. a. pictus Erhard, 1858 ζει στην Αντίμηλο των Κυκλάδων, έκτασης 1.000 Ηa και το υποείδος C. a. dorcas Reichenow, 1888 στα Γιούρα των Β. Σποράδων, έκτασης 1.200 Ηa.

Πληθυσμός:
Το μέγεθος του πληθυσμού του Κρητικού αίγαγρου στα Λευκά Όρη δεν είναι με ακρίβεια γνωστό. Εκτιμάται κατά προσέγγιση σε 700 άτομα (Αλκ. Γκέσκος, προσωπική επικοινωνία). Από τους εισαχθέντες πληθυσμούς μεγαλύτερος είναι αυτός της Σαπιέντζας (περίπου 200 άτομα), ενώ στη Θεοδωρού ζούν περίπου 110 άτομα και στους Άγιους Πάντες περίπου 30 άτομα.
Αν και δεν υπάρχουν καταμετρήσεις των πληθυσμών του Αιγάγρου της Αντιμήλου και των Γιούρων, αυτοί εκτιμώνται από τις τοπικές δασικές αρχές σε 300 και 200 άτομα αντίστοιχα.

Ενδιαίτημα και οικολογία

Κρητικός αίγαγρος
Λευκά Όρη: Δάση Κωνοφόρων (1.1.1), Υπαλπικά λιβάδια (3.1.2), βραχώδεις περιοχές (5) με μεγάλες κλίσεις και υψόμετρο μέχρι 1800m, Χορτολίβαδα (3.1.1), Μακί (2.2) και Φρύγανα (2.1).
Θεοδωρού: Φρύγανα (2.1) και μακί (2.2). Σαπιέντζα: Μακί (2.2) και κατά θέσεις δενδρόμορφο μακί.
Οικολογία (Κρητικός αίγαγρος): Το είδος σχηματίζει ομόφυλες αγέλες, εκτός από την περίοδο της αναπαραγωγής, μέσα στις οποίες υπάρχει σαφής ιεραρχία, με τα γηραιότερα και σωματικά μεγαλύτερα άτομα να είναι τα κυρίαρχα. Την περίοδο της αναπαραγωγής σχηματίζουν χαρέμια, ενώ τα μικρά του έτους ακολουθούν τα θηλυκά (Nicholson and Husband 1992). Αναπαραγωγικά ωριμάζουν τα αρσενικά στην ηλικία των 3 ετών, ενώ τα θηλυκά στην ηλικία των 2 ετών. Ζεί συνήθως 11-12 χρόνια. Τρέφεται με βλαστούς, οφθαλμούς και φύλλα θάμνων και χαμηλών δέντρων, καθώς και με αγρωστώδη και πλατύφυλλες πόες. Προτιμάει βραχώδεις περιοχές με μεγάλη κλίση, το καλοκαίρι ανεβαίνει σε μεγαλύτερα υψόμετρα, ενώ το χειμώνα κατεβαίνει χαμηλότερα.
Ενδιαίτημα (Αίγαγρος Αντιμήλου): Φρύγανα (2.1) και μακί (2.2).
Ενδιαίτημα (Αίγαγρος Γιούρων): Φρύγανα (2.1) και μακί (2.2).

Απειλές

Κρητικός αίγαγρος: Κύρια απειλή αποτελεί ο υβριδισμός με τα ήμερα κατσίκια. Δεν υπάρχει κανενός είδους διαχείριση του είδους. Παρά τις επανειλημμένες επιστημονικές προειδοποιήσεις για τους κινδύνους υβριδισμού δεν έχει ληφθεί κανένα μέτρο αποτροπής. Τελευταία στα Λευκά Όρη έχει ενταθεί και η πίεση από τη λαθροθηρία, ακόμη και για εμπορία του κρέατος.
Αίγαγρος Αντιμήλου: Καμιά διαχείριση.
Αίγαγρος Γιούρων: Τα Γιούρα αποτελούν ελεγχόμενη κυνηγετική περιοχή (Ε.Κ.Π.) και στα πλαίσια αυτής της δραστηριότητας ασκείται ελεγχόμενο κυνήγι με στόχο την απομάκρυνση των ατόμων που αποκλίνουν από τον τυπικό φαινότυπο του αίγαγρου.

Kαθεστώς προστασίας:

Capra aegagrus cretica: Ενδημικό υποείδος. Αυστηρά προστατευόμενο, απαγορεύεται το κυνήγι του. Σύμβαση της Βέρνης – Παράρτημα ΙΙ Οδηγία 92/43 ΕΟΚ, Παραρτήματα ΙΙ και ΙV (μόνον φυσικοί πληθυσμοί) IUCN 2007. Capra aegagrus: Τρωτό (VU).

Γαλακτοπαραγωγικές φιλές αιγών που εκτρέφονται στη Ελλάδα

ελληνική φυλή (capra prisca)

Εγχώρια ελληνική φυλή (capra prisca) Είναι ελληνικής προέλευσης και καταγωγής με ποικιλία χρωάμτων : λευκό, ερυθρό μαύρο,και όλοι οι ενδιάμεσοι χρωματισμοί.

Αναφέρεται σε όλους τους τύπους που βρίσκονται στην ελληνική επικράτεια. Είναι μακρύτριχη και φέρει κέρατα. Είναι μετρίου αναστήματος με ύψος ακρωμίου 73-74 cm για τα αρσενικά και 65-66 cm για τα θηλυκά. Έχουν ζωηρή ιδιοσυγκρασία και είναι φυλή προσαρμοσμένη σε ξηρά κλίματα. Υπάρχει μεγάλη παραλλακτικότητα των μορφολογικών και παραγωγικών χαρακτηριστικών των αιγών αυτών. Δεν είναι γενετικά σταθεροποιημένα.

Αίγα Σκοπέλου

Το βάρος των ενηλίκων ανέρχεται στα 40-65 Kg για τα αρσενικά και στα 30-50 Kg για τα θηλυκά. Ο χρωματισμός της φυλής παραλλάσσει σε ευρέα όρια. Υπάρχουν άτομα μονόχρωμα μαύρα, καστανά, λευκά, κοκκινωπά ή με διάφορους συνδυασμούς. Είναι ζώα ανθεκτικά και λιτοδίαιτα.
Η μέση γαλακτοπαραγωγή τους φτάνει τα 50-100Kg στις ορεινές περιοχές ενώ στις ημιορεινές και πεδινές περιοχές φτάνει τα 120-250Kg. Παρουσιάζουν υψηλή γονιμότητα, με μικρό δείκτη πολυδυμίας (1,1). Στις πεδινές περιοχές εκτρέφονται ως οικόσιτες ή ημιοικόσιτες αίγες υψηλότερων αποδόσεων, που προήλθαν από διασταυρώσεις αναβάθμισης εγχώριων αιγών με ξένες φυλές υψηλών αποδόσεων.

Εκτρέφεται στα νησιά:Σκόπελος, Αλόννησος και Σκιάθος και σε ορισμένες περιοχές του νομού Μαγνησίας.  Με βάση τα μορφολογικά και παραγωγικά της χαρακτηριστικά μπορεί να θεωρηθεί ως ξεχωριστή φυλή.
 Ο συνολικός αριθμός των εκτρεφόμενων ζώων κυμαίνεται γύρω στις 7.000. Περιγραφικά στοιχεία  Μετρίου έως μεγάλου μεγέθους.  Ο χρωματισμός είναι έντονος και κυριαρχεί το ερυθρόφαιο με ή χωρίς λευκές κηλίδες.

Ξένες φυλές που εκρτέφονται στην Ελλάσα

Φυλή  SAANEN προέρχεται από τη Ελβατία με λευκό χρωματισμό και σωματικό βάοςο 60 με 80 kg . Έχει βρχύ τρίχωμα και υπογένεια στους τράγους, κερασφόρα και ακέρατη , κοίλο επιρρίνιο και μέ σου μεγέθους ενορθωμένα αφτιά.

Φυλή  Alpine  προέρχετια από τις Άλπεις με ορφνό μαύρο χρωματισμό και σωματικό βάρος 45 με 60 kg:

Φυλή Δαμασκού προέρχεται από τη Συρία με ευθρό γαιόμ ορφνό χρωματισμό και έχει σωματικό βάτοε 50 με 70 kg

Φυλή Δαμασκού

   Και μερικοί αριθμοί

Ενδιαφέροντα είναι τα στοιχεία και οι αριθμοί για τα κατσίκια και τα πρόβατα στην Ελλάδα, σε σχέση με την εκτροφή τους στη χώρα, αλλά και με την κατανάλωσή τους
3.568.000 κατσίκια ζούσαν στην Ελλάδα το 2020 σύμφωνα με την Eurostat, κατατάσσοντας την Ελλάδα στην πρώτη θέση στην Ευρώπη. Παρά την πρωτιά υπάρχει σημαντική μείωση σε σχέση με πριν από 10 χρόνια (4.3 εκατομ. κατσίκια).
4,5 κιλά αιγοπρόβειου κρέατος καταναλώνουμε οι Έλληνες κάθε χρόνο (0,9 κιλά ο μέσος όρος της Ε.Ε.). Το 1980 η ετήσια κατανάλωση αιγοπρόβειου κρέατος στην Ελλάδα ήταν στα 18 κιλά.
Τρίτη θέση καταλαμβάνει η Ελλάδα στην Ευρώπη σε αριθμό ζώντων προβάτων το 2020 (8,26 εκατ.) πίσω από την Ισπανία (15,4 εκατ.) και την Ρουμανία (10,2 εκατ.)
708,7% αυξήθηκαν οι αμνοί στην Κρήτη το 2021 σε σχέση με το 2015, σύμφωνα με το Υπουργείο Αγροτικής Ανάπτυξης, όταν στην υπόλοιπη χώρα ο αριθμός μειώθηκε κατά 3,2%.
537% αυξήθηκαν πέρυσι τα ερίφια στην Κρήτη, όταν η υπόλοιπη χώρα παρουσιάζει πτώση κατά 11,9%.